Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Η ΧΗΜΕΙΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ (ΙΙ)

Η ΧΗΜΕΙΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ (ΙΙ)
kriezotoy11

Η «επάρατος» 21η Απριλίου 1967 με «συνέλαβε» στην πρώτη τάξη του εξαταξίου τότε Γυμνασίου στην όμορφη γενέτειρα Θεσσαλονίκη. 5ο Γυμνάσιο Αρρένων, οδός Κριεζώτου μια ανάσα από τη θάλασσα. 1ηώρα ιστορία με την κυρία Μάτη. «Παιδιά σήμερα δεν θα γίνουν μαθήματα. Στα σπίτια σας και γρήγορα δίχως να καθυστερείτε στους δρόμους» Αγαλλίαση! Κοπάνα και με τη βούλα των αρχών. Χαμπάρι δεν πήραμε τι είχε συμβεί. Στο δρόμο για το σπίτι ένα φιλαράκι ο Χατζίκος γιος αξιωματικού μου σφύριξε συνωμοτικά το παραμύθι: «Μαλάκα, έγινε επανάσταση. Πάμε στα σπίτια μας»

Κάπως έτσι άρχισε η προσωπική θητεία στα πέτρινα χρόνια της δικτατορίας. Η Ελλάδα στο γύψο του παρανοϊκού και εμείς το μαθηταριό στη κοσμάρα μας. Ήταν οι εποχές που βιαζόμαστε να μεγαλώσουμε και παλεύαμε τις αναστολές και τα συμπλέγματα που μας είχε φορτώσει μια κλειστή κοινωνία. Η ζωή προχωρούσε μέσα από τα νεανικά παρτάκια, καμμία τσόντα στον εξώστη του «θεανώ» (δύο ταινίες πάντα, η μία συνήθως καουμπόικη και η άλλη «ερωτική»), και κυριακάτικη εκτόνωση στο «ναό» της Τούμπας για να μας πάρει τα μυαλά η «Μπαοκάρα» της χρυσής εποχής του Κούδα, του Σαράφη και λίγο παλιότερα του Αρίσταρχου Φουντουκίδη. Γιορτή ήταν ακόμη το ποδόσφαιρο. Νικούσε ο ΠΑΟΚ και χτύπαγαν οι καμπάνες στη γειτονική εκκλησιά από τον Παοκτσή ιερέα. Γιορτή για την εργατιά της Τούμπας που μεταλάβαινε με τη ρετσίνα, «στην υγειά της ομαδάρας μας ρε».

Στο σπίτι μου στην Μάρκου Μπότσαρη, ερχότανε το φιλαράκι μου ο Μιχάλης ο Φ. ιατρός σήμερα, και ξέραμε την ώρα που έβγαινε να καθαρίσει το μπαλκόνι του ρετιρέ απέναντι η υπηρέτρια του ιδιοκτήτη Εκπαιδευτηρίων Δέλλιου και ...απολαμβάναμε το θέαμα. Λεπτομέρεια: Το μπαλκόνι μου ήταν ένα όροφο πιο κάτω και η νεαρή ουδέποτε φορούσε παντελόνι. Άσε που πρέπει να το είχε πάρει είδηση και όταν μας έβλεπε απέναντι, έσκυβε όλο και χαμηλότερα. Πολύ ταραχή σας λέω!

Στα μαθητικά μας και πάλι. Το 5ο Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης ήταν την εποχή εκείνη το «κολλέγιο» της δημόσιας εκπαίδευσης στην πόλη. Από τις αίθουσές του πέρασε η αφρόκρεμα των καθηγητών αλλά και μια σειρά μαθητών που σφράγισαν αργότερα την οικονομική, πολιτική και καλλιτεχνική ζωή της πόλης. Ενδεικτικά αναφέρω μερικούς γνωστούς απόφοιτους όπως ο Γιάννης Μαγκριώτης, ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Κώστας Γκιουλέκας, ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος, ο Σωτήρης Κούβελας, ο Αλκης Στέας, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Γιώργος Χατζηνάσιος κ.ά. Σχεδόν κάθε φωτισμένος, ή μη δάσκαλος, με την μετάθεσή του στο σχολείο μας, αποκτούσε και το παρατσούκλι του που υποκαθιστούσε μόνιμα στα χείλη των μαθητών το πραγματικό του όνομα. Γυμναστής ήταν ο «Γύφτος» δια το μελαμψόν της επιδερμίδας του. Φυσικός ήταν ο «Κούρκος» αδύνατος με μακρύ λαιμό και ερυθράν επιδερμίδα που γινόταν ακόμη πιο ερυθρά όταν εκνευρίζονταν. Φιλόλογος ήταν η «Μορμώ» τίτλος που της αποδόθηκε για την …εκθαμβωτική ομορφιά της. Γυμνασιάρχης ο «μπακάλης», που δεν με είχε απασχολήσει ποτέ γιατί κέρδισε τον τίτλο αυτό. Τα τελευταία χρόνια είχα φιλόλογο τον κ. Φιλιόπουλο που απ’ ότι μαθαίνω πρέπει να ζει ακόμη. Ευθυτενής, αδύνατος, μελαχρινός, πάντα καλοντυμένος, δεινός χειριστής της ελληνικής γλώσσας και εξαιρετικός δάσκαλος. Του ανέθετε πάντα ο γυμνασιάρχης να βγάζει τους επετειακούς λόγους διότι ήταν φοβερός ρήτορας και ποτέ δεν διάβαζε από κείμενο. Το μοναδικό της ζωής μου χαστούκιον το έφαγα από αυτόν διότι κάτι μου ψιθύρισε ο διπλανός μου και χαμογέλασα. Τότε ήταν ζόρικα τα πράγματα. Ο Φιλιόπουλος ήταν από τους καθηγητές που μισείς στο σχολείο, αλλά αργότερα τους χαιρετάς στο δρόμο αναγνωρίζοντας έτσι ότι κάτι σου πρόσφεραν. Φυσικοί με βαρύ όνομα ήταν ο κ. Βατσιάς και ο κ. Τσιτουρίδης. Εκείνος ο Βατζιάς ήταν απίστευτη περίπτωση. Με το που έμπαινε στη τάξη, άνοιγε τον κατάλογο, και το φυλλομετρούσε αργά και βασανιστικά. Τότε μπορούσες να ακούσεις τη μύγα που πετούσε. Είχαμε μάθει σε ποια σελίδα ήταν το όνομά μας (4 ονόματα έπαιρνε η κάθε σελίδα) και οι καρδιές πήγαιναν να σπάσουν. Ο τύπος αφού εξαντλούσε όλο τον κατάλογο, πετούσε συνήθως 2-3 ονόματα στη τύχη για να βγούνε στον πίνακα και στη τάξη ακούγονταν ένα μακρόσυρτο φςςςς ανακούφισης.

Και –μετά από αυτό το …μικρό πρόλογο- πάμε στον χημικό και τη Χημεία που είναι αγαπητοί μου και το κυρίως θέμα μας, αν κρίνει κανείς από τον τίτλο του σημειώματος.

Ο χημικός μας ήταν άλλη μια ειδική περίπτωση. Ο κ. Συρόπουλος, ένας αυστηρός ασπρομάλλης που φορούσε σχεδόν μόνιμα μια σκούρα μπλε καπαρντίνα. Το ψώνιο του εκτός από τη Χημεία ήταν το λευκό όπελ σιρόκο που για την εποχή ήταν και πολύ τρομερό αμάξι και το χαλβαδιάζαμε οι πιτσιρικάδες έξω από το σχολείο παρκαρισμένο. Ο Συρόπουλος ήταν εξαιρετικός χημικός και μάλιστα είχε γράψει και βιβλίο για τη διδακτική της χημείας. Μας πήγαινε στο εργαστήριο του σχολείου, το οποίο όπως τα περισσότερα σχολικά εργαστήρια των μεγάλων γυμνασίων είχε ένα καλό εξοπλισμό, μόνο που ήταν απαγορευμένος για τους μαθητές. Συνήθως αυτό οφείλονταν σε φόβο των καθηγητών να μας εκθέσουν σε κίνδυνο, ή σε άγνοια, ή και στα δύο. Το εργαστήριο είχε μια μυρωδιά ιωδίου και ένα παμπάλαιο περιοδικό πίνακα στοιχείων και διάφορες ξύλινες ντουλάπες με εκθέματα. Η κατάσταση δεν ξέφευγε ποτέ από τα χέρια του Συρόπουλου γιατί ήταν αυτό που λέμε «παλιά καραβάνα» και ήξερε τι του γίνονταν. Ήταν όμως πολύ αυστηρός και αυτό μας χαλούσε και δεν μας άφηνε να αγαπήσουμε το μάθημα. Μα αποκαλούσε «κυρίους», αλλά δεν είχε και ιδιαίτερο πρόβλημα να σου ρίξει και ένα χαστούκι που να σε κάνει να δεις το Χριστό …φαντάρο. Η Χημεία ήταν το μισητό μου μάθημα μέχρι που πέρασα …μάλλον κατά τύχη, στο Χημικό Αθήνας που ήταν μάλιστα και η πρώτη μου επιλογή. Μια μέρα σηκώνει ένα παιδί, αν θυμάμαι καλά τον Σακελλαρόπουλο και είχαμε μάθημα τα άλατα. «Κύριε», του λέει, «αν ανακατώσετε ένα ποτήρι με υδροχλωρικό οξύ και ένα ποτήρι με υδροξείδιο του νατρίου , υπάρχει περίπτωση να πιείτε το περιεχόμενο που θα προκύψει;» τον ρωτάει. Τι ήταν να απαντήσει «όχι» ο δόλιος ο μαθητής; Παράτησε τα «κύριε» και άρχισε να τον «στολίζει» κανονικά. «Αστοιχείωτε, αδιάβαστε, βεβαίως και μπορείς να το πιείς αφού θα βγει αλατόνερο. Αρκεί να έχει γίνει πλήρης εξουδετέρωση» Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω πως είναι δυνατόν να ανακατώνεις δύο «φοβερές ουσίες» και να βγαίνει κάτι εντελώς αθώο και αβλαβές.

Την έκτη Γυμνασίου, Τρίτη Λυκείου σημερινή, τελείωσα στο Παπαστράτειο Λύκειο Αγρινίου. Άλλος κόσμος εκεί. Καλά παιδιά, μαθηταράδες, αλλά «βαριά επαρχία». Στον ένα πόντο η κόμη, σφαιριστήρια απαγορευμένα και το βράδυ νωρίς στα σπίτια. Κανένα Μόκα παγωτό στο Ματραλή στην κεντρική πλατεία, κανένα φραπέ στο τουριστικό περίπτερο στο Παπαστράτειο πάρκο και πολύ μα πολύ τσιγάρο στη ζούλα. (Αγρίνιο τώρα , καταλαβαίνετε εκεί πρώτα κάπνιζε το παιδί και μετά έβγαζε δόντια. Ο «Βήχας» ο λυκειάρχης δεν αστειεύονταν. Εκεί από εργαστήριο είχαμε μαύρα μεσάνυχτα, αλλά είχαμε ένα φυσικό τον κ. Γκόγκο από τα Γιάννενα αν θυμάμαι καλά, που ήταν και πολύ τσακάλι στη θεωρία. Πρώτη φορά καταλάβαινα την ουσία της φυσικής. Αυτός ο άνθρωπος μας έκανε και Χημεία και θα σας μιλήσω τώρα για άλλη μια τραυματική εμπειρία μου στη Χημεία. Ο Φυσικός αυτός είχε τον ανιψιό του τον Πάρι, στην ίδια τάξη με μας. Ήρθε το καλοκαίρι και έπρεπε να γράψουμε τις ενδοσχολικές εξετάσεις. Πρώτα γράφαμε Φυσική μετά Χημεία. Έμενα σε μια ισόγεια μονοκατοικία, και ήταν τα ξημερώματα της ημέρας εξέτασης στη Φυσική. Μέσα στον βαθύ μου ύπνο ακούω στον ξύλινο παραθυρόφυλλο χτύπους και μια φωνή να φωνάζει: «Νίδα, ξύπνα ρε μαλάκα». Σηκώθηκα ζαλισμένος και λίγο ανήσυχος και βλέπω τον Μιχάλη τον Ντεμούση (αργότερα έγινε καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Πάτρας)με ένα χαρτί στο χέρι. « Σήκω γρήγορα ρε , έχουμε τα θέματα, φούλη μου» Είχανε τη λίστα με τα 20 ερωτήματα από τα οποία κληρώνονταν τα 9 και διαλέγαμε τα έξι αν θυμάμαι καλά γιατί έχουν περάσει πολλά χρόνια. Δεν ξέρω με ποιο τρόπο ο ανηψιός έβαλε χέρι στα θέματα του θείου του, τα αντέγραψε και τα έκανε πάσα σε ένα κολλητό του. Μετά δημιουργήθηκαν συνεργεία αντιγραφής των θεμάτων και διανομής τους (δεν υπήρχαν τότε φωτοτυπικά), τα οποία με επαγγελματική συνέπεια μετέφεραν τα θέματα σε όλα τα παιδιά. Η επόμενη μέρα ήταν ημέρα αγγελική. Ζήτημα 1ο, γνωστό. Ζήτημα 2ο γνωστό κλπ. Περνάει ο Φυσικός από τη τάξη, «παιδιά θέλετε να ρωτήσετε κάτι», χαμόγελα με νόημα από κάτω, κάτι δεν του άρεσε και βέβαια όταν διόρθωσε τα γραπτά έγινε ο δεύτερος Τρωικός πόλεμος, με θύμα τον Πάρι όπως μάθαμε. Μετά από μια εβδομάδα ήρθε η σειρά της Χημείας. Ακούμε το πρώτο θέμα, «τι είναι αυτό ρε παιδιά;». Ακούμε το δεύτερο και λέμε πάμε παρακάτω. Ακούμε το τρίτο και ελπίζαμε στο τέταρτο. Τα θέματα δεν παίζονταν, ήταν για απόφοιτους Χάρβαρντ. Αποτελέσματα; Φυσική 20, Χημεία 4! Με κάτι τέτοια πώς να ακούς «Χημεία» και να μην βγάζεις εξανθήματα;

Όλα αυτά έχουν πλέον σκεπασθεί από την «σέπια» του χρόνου. Ακόμη και οι δυσάρεστες στιγμές προκαλούν ένα περίεργο συναίσθημα που δεν ξέρω αν μας προκαλεί χαρά ή στενοχώρια, σίγουρα όμως έλκουν σαν μαγνήτης. Ήταν τα χρόνια της νεότητας, βλέπετε. Χρόνια Αθωότητας. Λ.Γ.Τ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: